
Γράφαμε πριν από λίγες εβδομάδες στην στήλη για τη νέα θρησκεία της Κλιματικής Αλλαγής ( 22/10) και το πώς ως μέρος του τελετουργικού της και των μεθόδων της, ισάξιες της Ιεράς Εξέτασης της Καθολικής Εκκλησίας, προχωρεί σε διώξεις και διαπομπεύσεις όσων έχουν την ατυχή έμπνευση και τόλμη να αντιτεθούν στο δόγμα της.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει η εν λόγω Μελέτη «οι κίνδυνοι από την κλιματική αλλαγή θα αυξηθούν τις επόμενες δεκαετίες λόγω της ευρύτητας του φαινομένου και της συσ- σώρευσης στην ατμόσφαιρα αερίων του θερμοκηπίου, ανεξάρτητα από τα σενάρια που διατυπώνονται για την πλανητική υπερθέρμανση και των προσπαθειών μετριασμού. Συνεπώς είναι επιτακτική η ανάγκη για το σχεδιασμό και τη λήψη κατάλληλων μέτρων προσαρμογής για την αντιμετώπιση των αρνητικών αναπόφευκτων επι- πτώσεων της κλιματικής αλλαγής».
Όμως η Μελέτη κάθε άλλο παρά ουσιαστικές προτάσεις διατυπώνει για την μείωση των εκπομπών του θερμοκηπίου ( GHC) από δραστηριότητες όπως η παραγωγή ενέργειας από την καύση άνθρακα, ή τις εκπομπές του στόλου των αυτοκινήτων ή βλαπτικών βιομηχανικών δραστηριοτήτων. Η Μελέτη αποτελεί ουσιαστικά μία άκρως θεωρητική ανάλυση «επικινδυνότητας και τρωτότητας» επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον της για το πώς μπορεί να προστατευθεί η γεωργία, η κτηνοτροφία, η αλιεία, οι υδάτινοι πόροι και η πολιτιστική κληρονομιά, προεξοφλώντας μελλοντικές καταστροφές με συνεχείς νεροποντές και δραματική αύξηση της στάθμης της θάλασσας σε βαθμό που να εισηγείται σειρά μέτρων για την προστασία των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής, ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων ακόμη και του LNG terminal στη Ρεβυθούσα.
Αυτό όμως που μάλλον σκόπιμα δεν εισηγείται η Μελέτη είναι η επέκταση της χρήσης και αξιοποίησης των ΑΠΕ ή η εμπέδωση της ενεργειακής αποδοτικότητας στα κτίρια και γενικά η μείωση στην κατανάλωση ορυκτών καυσίμων ή τον έλεγχο των παραγόμενων από αυτά ρύπων. Η Μελέτη κάθε άλλο παρά φιλική προς την χρήση των ΑΠΕ μπορεί να χαρακτηρισθεί αφού στο κεφάλαιο που αφορά τα νησιά τοποθετείται κάθετα εναντίον της περεταίρω εγκατάστασης αιολικών πάρκων με το έωλο επιχείρημα της προστασίας του υδροφόρου ορίζοντα και του ατμοσφαιρικού περιβάλλοντος και της πρωινής πάχνης! Και αυτή η καινοφανής τοποθέτηση παρά το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο νησιωτικός χώρος στην Ελλάδα είναι αυτός όπου παρατηρούνται οι υψηλότερες ταχύτητες ανέμων και άρα μπορεί να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή εκμετάλλευση. Με άλλα λόγια η Μελέτη θέτει πλαφόν στην αξιοποίηση της αιολικής ενέργειας στη χώρα μας υπό το πρόσχημα της προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή. Και μη χειρότερα!
Επειδή αρκετοί αναγνώστες θα δυσκολευθούν να πιστέψουν την αλλοπρόσαλλη και άκρως αντιπαραγωγική αυτή τοποθέτηση της Μελέτης αναπαράγουμε κατωτέρω το πλήρες απόσπασμα (σελ. 44-45) για πλήρη διαφώτιση. Και διερωτάται ο μέσος πολίτης εάν με αυτά τα μυαλά και τις περισπούδαστες δήθεν επιστημονικές αρλούμπες μπορούμε πράγματι να μειώσουμε τους ρύπους του θερμοκηπίου και να αποβλέπουμε στην απεξάρτηση μας από το ορυκτά καύσιμα. Ασφαλώς όχι είναι η απλή απάντηση για αυτό και η εν λόγω Μελέτη, σε ό, τι αφορά τουλάχιστον τις ΑΠΕ, και ιδιαίτερα την αιολική ενέργεια, δεν θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψη από την πολιτική ηγεσία.
«Τελευταία σοβαρή απειλή: τα ενδεχόμενα αιολικά πάρκα στις Κυκλάδες. Από αυτά, απειλείται και το υδατικό καθεστώς των νησιών, με τη μορφή της επιδείνωσης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, ως εξής: − Στο ατμοσφαιρικό περιβάλλον, η δρόσος, η πάχνη, ο παγετός και η ομίχλη (χαμηλής νέφωσης) είναι υδρατμοί της ατμόσφαιρας που κατεισδύουν στο έδαφος. Η διαδικασία αυτή εμποδίζεται από τις Α/Γ, οι οποίες λειτουργούν, και μάλιστα συνεχώς, ως ανεπιθύμητοι ανεμομίκτες. Οι μορφές αυτές των αερίων υδρατμών έχουν ιδιαίτερη σημασία για τα νησιά αυτά, καθώς αντικαθιστούν, σε μεγάλο βαθμό και στο πλαίσιο των φυσιογραφικών χαρακτήρων του νησιού, τις βροχοπτώσεις. Δεν καλύπτουν την έλλειψη κατεισδύσε ως, αλλά καλύπτουν το έλλειμμα της εδαφικής υγρασίας (ζώνη ριζικού συστήματος και αναπτύξεως χλωρίδας και πανίδας) η οποία έχει άμεση και απόλυτη προτεραιότητα σε κάθε μορφής υδατική προσφορά. Πέραν του ρόλου των υδρατμών αυτών στην εδαφική ζώνη, εμποδίζεται ή περιορίζεται σημαντικά η τριχοειδής ανύψωση και υδατική απώλεια του νερού του υπο- κείμενου υδροφόρου ορίζοντα. − Στο υδρολογικό περιβάλλον, η κάλυψη και, πρακτικώς, στεγανοποίηση σημαντικού μέρους των λεκανών απορροής θα έχει μετρήσιμες επιπτώσεις στην κατείσδυση του νερού (απόδοση πηγών και γεωτρήσεων), ενώ στο ίδιο αποτέλεσμα θα οδηγήσει η απόθεση των προϊόντων εκσκαφής κατά μήκος των χειμάρρων (siltation).
− Στο υδρογεωλογικό περιβάλλον, η συγκεκριμένη υδροφορίαχαρακτηρίζεται από δύσκολη κατείσδυση και τροφοδοσία, που γίνεται μόνο μέσω των κατακόρυφων ή παρακατακόρυφων ασυνεχειών, γυμνών στην επιφάνεια ή καλυμμένων από εδαφικό κάλυμμα. Έτσι, κάθε μερική στεγανοποίηση της λεκάνης απορροής συνδέεται με σοβαρή μείωση της κατείσδυσης και εμπλουτισμού του υδροφόρου ορίζοντα.»
http://www.energia.gr/article.asp?art_id=100069
http://dia-kosmos.blogspot.com/2015/12/blog-post.html